Перевод: с греческого на русский

с русского на греческий

(τὸ τῆς σαρκὸς ἐπίκηρον

См. также в других словарях:

  • πολυβλαβής — ές, Α 1. πολύ βλαβερός, πολύ επιζήμιος 2. αυτός που υπόκειται σε πολλές βλάβες, αυτός που βλάπτεται πολύ συχνά 3. αυτός που βλάπτεται εύκολα 4. το ουδ. ως ουσ. τὸ πολυβλαβές κατάσταση ή ιδιότητα κατά την οποία βλάπτεται κανείς εύκολα («τὸ τῆς… …   Dictionary of Greek

  • συναγιάζω — ΜΑ (μτβ.) αγιάζω μαζί («τὴν ἐπίκηρον τῆς σαρκὸς φύσιν... ἀεὶ τῇ ἀφθαρσίᾳ συναγιάζει τὸ κοινὸν τῆς φύσεως», Γρηγ. Νύσσ.) …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»